rheumatism$70493$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rheumatism$70493$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Rheumatism Root

rheumatism      
n. ρευματισμός

Ορισμός

rheumatism
n.
1) to develop rheumatism
2) to suffer from rheumatism
3) chronic rheumatism

Βικιπαίδεια

Rheumatism root

Rheumatism root is a common name for several plants and may refer to:

  • Apocynum cannabinum, also known as dogbane, Amy root, hemp dogbane, Indian hemp, or wild cotton
  • Chimaphila maculata, also known as spotted wintergreen
  • Jeffersonia, also known as twinleaf